24 Δεκ 2014

Χριστός 'γεννέθεν Χρόνοια πολλά!



Με τη γλυκιά δικιά μας λίρα, τον κεμεντζέ, συνδέεται στη ζωή μου η γιορτή των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Στα παιδικά μου χρόνια στη "κομμουνιστική" ΕΣΣΔ γιορτάζαμε τα Χριστούγεννα παράνομα. Ήταν 7 Ιανουαρίου και 14 – Πρωτοχρονιά. Πάντα με τον κεμεντζέ και τα  κάλαντα ο «θίασος» της μαμάς μου, Βαλεντίνας, πήγαινε κρυφά στα σπίτια των τεμέτερων  παραμονές Χριστούγεννων και της Πρωτοχρονιάς. Μέχρι αργά τη νύχτα κάνανε την περιοδεία τους, επτά άτομα με ένα αυτοκίνητο «λάντα» από σπίτι σε σπίτι των φίλων τους. Ήθελαν να δώσουν χαρά στις γιορτές αυτές. Ήταν δίκη μας, χριστιανική, ελληνική γιορτής, γιορτής της καρδιάς και της ψυχής όλων των ποντίων που έζησαν "μακριά" από τον Χριστό αιώνες στον Πόντο και μετά δεκαετίες στη ΕΣΣΔ ως ορφανά παιδιά της Παναγίας .. .

11 Δεκ 2014

Ο Αχιλλέας και το 26ο συνέδριο του ΚΚΣΕ


Ο Αχιλλέας συνέχισε να εργάζεται στη Μέση Εκπαίδευση, ενώ την ιδέα του να φέρει την ελληνική γλώσσα στα σχολεία, ποτέ δεν την άφησε . Ήταν η εποχή των ‘80 και η Σοβιετική Ένωση ζούσε το μαρασμό του σοσιαλισμού. Μετά τα τρομακτικά χρόνια του Στάλιν, και  την περίεργα «ελεύθερη» περίοδο του Χρουτσιώφ, ήρθαν τα χρόνια του σοσιαλιστικού  «σουρεαλισμού»  - της εποχής του Μπρέζνεβ. Έτσι αντιλαμβανόταν η Αντιγόνα την εποχή αυτή που την έζησε εμπειρικά, την εποχή του παραλόγου, που είχε και μια δόση ενδιαφέροντος, ίσως γιατί όλοι νιώσαμε ότι έρχεται το τέλος, κι ήθελαν να το ζήσουν καλά, όσο γίνεται πιο καλά και να απολαύσουν  την κάθε στιγμή .. Η ζωή ήταν αρκετά ελεύθερη, αλλά όλο το παιχνίδι ήταν στο να λες άλλα  και να κάνεις  άλλα,  άλλα να περιμένεις και άλλα να  σου συμβαίνουν. Και όλα αυτά έπρεπε να τα αντιμετωπίζεις με  «κατανόηση», γιατί δε γινόταν να ειπωθεί  η αλήθεια – ήταν ακριβώς αυτό που «σκότωνε». Και κανένας ακόμη δεν ήθελε να διαγράψει  την συνηθισμένη του ζωή που είχε και παρά πολλά καλά. Είχε την ελευθερία να μη σκέφτεσαι τα βασικά που φοβίζουν τον άνθρωπο– τη γέννηση, την αρρώστια, το θάνατο, όλα αυτά ήταν στην επιμέλεια του κράτους, και δεν είναι καθόλου λίγα.
Μια διέξοδος ήταν η Τέχνη, το θέατρο, η λογοτεχνία και η ποίηση. Όλοι διψούσαν για  έμπνευση. Οι «σοβιετικοί» άνθρωποι ήταν χωρισμένοι σε δύο στρατόπεδα: στους Δημιουργούς με ταλέντα και  στους Παρατηρητές των ταλέντων. Υπήρχε και μια  ενδιάμεση ομάδα - οι Ήρωες των Δημιουργών, ήταν  εργάτες,  αγρότες, φυλακισμένοι, στρατιώτες, βετεράνοι, και ο μαφιόζικος υπόκοσμος.  
Τα θέατρα καθημερινά ήταν γεμάτα, και τα βιβλία περιζήτητα. Οι μαυραγορίτες  έκαναν φοβερό τζίρο με εισιτήρια για θέατρο και  βιβλία. Ήταν η εποχή που δεν υπήρχαν καταθλιπτικοί άνθρωποι,  γιατί ήταν εύκολο να νιώθεις ευτυχισμένος  με ένα εξασφαλισμένο εισιτήριο για το θέατρο, με  αγορασμένο το ποθητό  βιβλίο, και με μια παρέα φίλων με κιθάρα . Ο κάθε ένας έκανε αγώνα να  δει μια παράσταση, μανιωδώς αγόραζε στη μαύρη αγορά λογοτεχνικά βιβλία. Η Αντιγόνα έδωσε  το μισό της φοιτητικής της υποτροφίας  για το βιβλίο του Μιχαήλ  Μπουλγάκοβ «Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα», μια ιστορία δυο τρελά ερωτευμένων  ανθρώπων σε ένα τρελό κράτος με φανταστικούς ήρωες, μεταξύ τους ήταν και ο Χριστός, ο Πόντιος Πιλάτος και ο Διάβολος. 
Ο Αχιλλέας δεν ήταν σαν τους άλλους. Πίστευε στο Θεό, αλλά   πίστευε και στην δύναμη του. Δεν τον απασχολούσε το θέμα έλλειψη τροφίμων από τα ράφια των μαγαζιών.  «Ο εργατικός άνθρωπος δεν πεινάει ποτέ, είναι ντροπή να μη έχεις  ψωμί να φας!»- έλεγε. Δεν τον ενδιέφερε αν όλοι οι κρατικοί μηχανισμοί κατέρρεαν σαν τον πύργοι στην  άμμο.  Ο Αχιλλέας ήταν σίγουρος ότι η χώρα θα αντέξει, ό,τι και να συμβεί. Το μοναδικό του άγχος  ήταν αν η ελληνική παιδεία θα μπει στα σχολικά προγράμματα. 
«Εγώ ποτέ δεν σταμάτησα να αγωνίζομαι για την ελληνική παιδεία» - έλεγε ο Αχιλλέας και το πρόσωπο του έλαμπε με περηφάνια.

Τα χρόνια εκείνα το  κοπιαρισμένα  ελληνικά τραγούδια έγιναν επιτυχίες  της εποχής.  Εμφανίστηκαν τα ελληνικά μουσικά συγκροτήματα: «Ελλάδα» στην Τιφλίδα, «Ακρόπολης» στην Τσάλκα, «Συρτάκι» στο Ρουστάβι. Οι περισσότεροι  τραγουδιστές δεν καταλάβαιναν όλα τα λόγια των ελληνικών τραγουδιών, αλλά με μεγάλο ενθουσιασμό τα μάθαιναν.

Ο Αχιλλέας και οι άλλοι Έλληνες θεωρούσαν  ότι το σπουδαιότερο  ρόλο στο αίτημα της εκμάθησης νεοελληνικής γλώσσας στη Γεωργία έπαιξε ένας από τους σημαντικότερους πελάτες του γιατρού Γιάννη Μουρατίδη - ο Πρώτος γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΣΕ της Γεωργίας  ο Σεβαρνάντζε που δεν έβαλε κανένα  εμπόδιο στην εκστρατεία συλλογής  υπογραφών  κάτω από ένα κείμενο προς το  26ο συνέδριο του ΚΚΣΕ.
Την εποχή εκείνη κανένας  δεν είχε δυνατότητα με ιδιωτική πρωτοβουλία  να μαζεύει  υπογραφές,  αλλά ο Σεβαρνάντζε έκανε ότι δεν έβλεπε, δεν άκουγε τι κάνουν οι γκρέκοι, κ’ όμως τα ήξερε όλα, απλά είχε μεγάλη εμπιστοσύνη στους Έλληνες και δεν φοβόταν ότι θα του κάνουν ζημιά.
Η Αντιγόνα δεν μπορούσε να πιστέψει  πως ο Αχιλλέας και οι φίλοι του τελικά το 1981 κατάφεραν και έπεισαν την Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΣΕ να διδάσκεται η ελληνική γλώσσα στους Έλληνες της Γεωργίας.
Την εποχή των ‘80 οι πόντιοι δεν μιλούσαν νεοελληνικά, το μόνο ελληνικό άκουσμα ήταν το τραγούδι. Στη Γεωργία το ελληνικό τραγούδι έγινε μια λατρεία. Τα συγκροτήματα ελληνικού λαϊκού τραγουδιού έκαναν περιοδείες και  συναυλίες και ο Ηρακλής  Παπουνίδης άρχιζε να διδάσκει ελληνικούς χορούς. Ο κόσμος τραγουδούσε ελληνικά χωρίς να ξέρει την ακριβή έννοια των  λέξεων.
«Αυτή η κατάσταση πρέπει να σταματήσει!» – είπε ο Αχιλλέας  και σκεφτόταν πώς μπορεί να βρει τρόπο να μιλήσει με τον Λεονίντ Μπρέζνεβ που κυβερνούσε τότε στην ΕΣΣΔ. Όταν θέλεις κάτι πολύ, γίνεται. Μια μέρα άκουσε από κάποιους συγγενείς ότι στο Σουχούμι  μια ομάδα ελλήνων  αποφάσισαν να πάνε στη  Μόσχα και να διεκδικήσουν τα ελληνικά σχολεία. Ήταν θαρραλέοι άνθρωποι: ο Χαράλαμπος Πολιτίδης, ο Θεόφιλος Παπαβίδης, ο Κώστας Παπαδόπουλος, ο Φίλιππος Κυριακίδης, ο Βασίλης Νικοπολίδης.
Ο Αχιλλέας πολύ γρήγορα μάζεψε την βαλίτσα του, τηλεφώνησε στο σχολείο που δούλευε καθηγητής, πήρε άδεια και έφυγε για το Σοχούμι. Η συνάντηση με τους συμπατριώτες του ήταν συγκινητική. Οι σουχουμλίδες υποψιάζονταν ότι στο Ρουσταβί  υπάρχουν έλληνες - παλικάρια που είναι έτοιμοι να παλέψουν για την ελληνική γλώσσα, αλλά δεν ήξεραν τίποτα το συγκεκριμένο.  Ούτε ο Αχιλλέας ήξερε ότι στο Σουχούμι μένουν Έλληνες με μεγάλα οράματα για την αναγέννηση του Ελληνισμού. Ήταν το μυστικό κόλπο των σοβιετικών – η παραπληροφόρηση,  για να μη ξέρει ένας για τον άλλον και να μην επικοινωνεί  με την ομάδα του. Εκεί, στο Σουχούμι,  αποφάσισαν να συντάξουν μια επιστολή προς το Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος και να μαζέψουν υπογραφές.
«Σε όλη την Γεωργία  μαζεύαμε  υπογραφές κάτω από την επιστολή μας που ήταν αρκετά απειλητική προς το κράτος.  Γράφαμε, ότι στην περίπτωση που δεν  λυθεί το θέμα της εκμάθησης της ελληνική γλώσσας,  την 1η Σεπτεμβρίου- μέρα έναρξης της σχολικής χρονιάς - κανένα ελληνόπουλο δεν θα πάει στο Σχολείο! Αυτό ήταν απειλή σε μια χώρα όπου η εκπαίδευση ήταν υποχρεωτική.
Σχεδόν όλοι οι Έλληνες ανταποκρίθηκαν,   λίγοι άνθρωποι,  από φόβο, αρνήθηκαν να βάλουν τις  υπογραφές  τους.
«Δεν θα μας βάλουν φυλακή;- ρώτησε ο Σάββας Παυλίδης  τον Αχιλλέα. «Δεν μπορούν να βάλουν στην φυλακή εκατόν πενήντα χιλιάδες ανθρώπους, τόσοι περίπου υπέγραψαν, - είπε ο Αχιλλέας. «Καλά, έντονε, καλό κάνετε για το έθνος μας , αλλά εγώ πάλι νομίζω ότι μπορούν και να μας φυλακίσουν,»- και δεν υπέγραψε. Ο Αχιλλέας δεν έβριζε συνήθως, αλλά αυτή την φορά δεν άντεξε, τον «έστειλε» μακριά, στα ρώσικα βέβαια, γιατί όλοι  βρίζανε συνήθως μόνο στα ρώσικα, για να μη λερώνουν την ελληνική γλώσσα. Βγήκε από το σπίτι του Σάββα νευρικός,  κλείνοντας δυνατά την πόρτα.

Πέντε μεγάλες βαλίτσες υπογραφές μάζεψαν στις πόλεις και τα χωριά της Γεωργίας ο Αχιλλέας και οι φίλοι του, και τις πήγαν με τρένο στη Μόσχα.
Για την μεταφορά των βαλιτσών εκλέχτηκε μια αποστολή που συνόδεψε τις βαλίτσες μέχρι και το Κρεμλίνο. Στα γραφεία της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος τους υποδέχτηκαν αρκετά καλά, ήταν ενημερωμένοι από τους συναδέλφους της Γεωργίας.
Παρέδωσαν τις βαλίτσες σε μια άσπρη σαν  το χιόνι γυναίκα, της έδωσαν  μια  γραπτή επιστολή με το αίτημα  και τις συνημμένες πέντε βαλίτσες με 128 χιλιάδες  μετρημένες υπογραφές. Πήραν και τον αριθμό πρωτοκόλλου. Η άσπρη γυναίκα μόνο χαμογέλασε αλλά δεν  έκανε κανένα σχόλιο όταν είδε τα τετράδια με τις υπογραφές. Ήταν συνηθισμένη να βλέπει παθιασμένος και παράξενους επαρχιώτες  από όλες τις άκρες της Σοβιετικής Ένωσης που έψαχναν το δίκιο τους στην Μόσχα.
Η διαδικασία της παράδοσης των βαλιτσών κράτησε  μια ώρα. Ο Αχιλλέας επέμενε να αφήσουν και τις βαλίτσες μαζί με τις υπογραφές, ενώ η άσπρη γραμματέας ήθελε να βγάλει τα τετράδια με τις υπογραφές και  να τα τοποθετήσει σε  χάρτινες κούτες που ζήτησε να της φέρει ο κλητήρας.
«Αν ο μεγάλος δεν δει ότι οι υπογραφές μας ήρθαν σε βαλίτσες, δεν θα καταλάβει  πόσο  σοβαροί άνθρωποι ήμαστε, ότι τις φέραμε μόνοι μας, και δεν τις στείλαμε με ταχυδρομείο»- έλεγε ο Αχιλλέας.  Όλοι η παρέα συμφωνούσε μαζί του, γιατί ο Αχιλλέας είχε δίκιο, ήξερε να υπολογίσει  την κάθε λεπτομέρεια. Η άσπρη γυναίκα όταν άκουσε  το επιχειρήματα του Αχιλλέα  να παραμείνουν οι βαλίτσες, λίγο αγρίεψε, αλλά πάλι δεν είπε τίποτα, σκέφτηκε: «Αυτοί οι χωριάτες είναι πολύ πεισματάρηδες και ξεροκέφαλοι» Η βαλίτσες  είχαν μια περίεργη μυρωδιά – ένα μιξ της μυρωδιάς του  μαζούτ του τρένου,  του παστουρμά, του τυριού,  της βότκας και του κρασιού , κι ακόμα πολλές   άλλες μυρωδιές, που δεν είχαν καμία σχέση με τη ζωή της πρωτευουσιάνας  άσπρης γυναίκας. Οι μυρωδιές αυτές  ήταν  από την «άλλη ζωή», που δεν την ενδιέφερε καθόλου,  αλλά δεν είχε όρεξη για αντιπαραθέσεις με ανθρώπους που ξέρουν τι κάνουν – ακριβώς αυτό της μετέφεραν με το ύφος τους ο Αχιλλέας και οι φίλοι του. Έδωσε αμέσως εντολή να μεταφερθούν οι   βαλίτσες σε μια αποθήκη.

Μόλις ταχτοποιήθηκαν οι βαλίτσες με το πολύτιμο υλικό,  ο Αχιλλέας, ικανοποιημένος,  έκανε μια  βόλτα  στα μουσεία και τα μαγαζιά. Αυτήν την βόλτα την κάνουν όλοι οι επισκέπτες της πρωτεύουσας. Μουσεία και μαγαζιά. Τα ωραιότερα πνευματικά πλούτη μπορούσε κανείς να τα δει μόνο στα μουσεία και τα καλύτερα πράματα μπορούσε να τα αγοράσει μόνο στα μοσχοβίτικα μαγαζιά, πουθενά αλλού. Ακόμα και στην Αγια Πετρούπολη δεν υπήρχε αυτή η ποικιλία που είχε η πρωτεύουσα. Το πρώτο, που ρωτούσαν τον κάθε άνθρωπο που επέστρεφε από τη Μόσχα στο σπίτι του, ήταν «σε ποια μουσεία πρόλαβε και πήγε, ποιες παραστάσεις είδε στα θέατρα  και τι καλό αγόρασε»…
Ο Αχιλλέας δεν ήταν για πρώτη φορά στη Μόσχα και κάθε φορά που επισκεπτόταν την πρωτεύουσα, πήγαινε  στην Πινακοθήκη «Τρετιακώφ». Εκεί ήταν μαζεμένα τα αγαπημένα του έργα ζωγραφικής ο Μπριουλόβ, ο Περόβ. Αλλά ήθελε να καταφέρει να δει όλα τα 560.000  εκθέματα -έργα ζωγραφικής και γλυπτικής, σχέδια, έργα διακοσμητικής τέχνης, αρχαιολογικά εκθέματα και νομίσματα, καλλιτεχνικές φωτογραφίες.

Μετά το βράδυ βρέθηκαν όλοι μαζί  με μοσχοβίτικους φίλους στο γνωστό  ρεστοράν «Αρμπάτ». Σαμπάνια, βότκα,  ωραία φαγητά, είχε και άγνωστες γυναίκες – ρωσίδες – φίλες του Κώστα Ηλιάδη. O Κώστας έγινε μοσχοβίτης πια  μετά τις σπουδές του στο Πολυτεχνείο, του πρότειναν θέση μηχανικού σε ένα  εργοστάσιο.  Ως αληθινός καυκάσιος ήθελε να ευχαριστήσει τους φίλους του, και ξόδεψε όλο το μηνιάτικο του γι αυτό το τραπέζι. Ήταν τιμή του, «και αύριο – έχει ο θεός», σκέφτηκε χωρίς κανένα προβληματισμό.
Ο Αχιλλέας μέθυσε λίγο, χαλάρωσε, η ψυχή του ήταν πια ήσυχη, και είχε μια προαίσθηση ότι όλα θα πάνε καλά και όλος ο κόπος του και ο κόπος πολλών άλλων ανθρώπων, θα  πιάσει το στόχο.
Οραματίστηκε  για λίγο πως στο βήμα του 26-ου  Συνεδρίου βγαίνει ο Λεονίντ Μπρέζνεβ, πως με αργές και καθυστερημένες  κινήσεις ανοίγει το στόμα του και αρχίζει να μιλάει  για τους Έλληνες που δεν ξέρουν  ελληνικά, και πως το Κόμμα  δίνει την εντολή σε όλες τις δημοκρατίες της χώρας οι Έλληνες να μάθουν ελληνικά. Και αυτό θα γίνει Νόμος του κράτους!.. Το όραμα  του Αχιλλέα  για την ελληνική γλώσσα ήταν τόσο γλυκό, ένοιωσε τόσο  μεγάλη ευχαρίστηση και τόσο βαθιά ικανοποίηση, που ακόμα κι αυτές οι ωραίες, χαριτωμένες ξανθές Ρωσίδες δεν θα μπορούσαν να του δώσουν.
 Έτσι περίπου και έγινε. Μετά από  ένα μήνα ήρθε στο Σουχούμι  η απάντηση από την Κεντρική Επιτροπή του κόμματος. Η επιστολή προς τους Έλληνες  έλεγε ότι  το θέμα της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας θα συζητηθεί στο 26-ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ.
«Πράγματι, μετά το Συνέδριο λάβαμε και άλλο γράμμα – ήταν από το υπουργείο παιδείας: σύμφωνα με την απόφαση του 26-ου Συνέδριο ΕΣΣΔ- έγραφε - διατάζω στους υπουργούς Παιδείας της Ρωσία, Ουκρανίας, Γεωργίας, Αρμενίας, Καζακστάν, στους τόπους συμπαγούς  κατοικίας των Ελλήνων  να εισάγεται στα σχολικά προγράμματα η ελληνική γλώσσα  ως ξένη γλώσσα».
Η απόφαση αυτή ήταν για όλους, αλλά δεν τηρήθηκε σε καμία Δημοκρατία παρά μόνο στην Γεωργία, και αυτό με τεράστιες προσπάθειες του Αχιλλέα και άλλων Ελλήνων.
«Εμείς κάναμε δουλειά υπουργείου Παιδείας!» - έλεγε με περηφάνια ο Αχιλλέας, - φτιάξαμε προγράμματα και εγχειρίδια, και όλα αυτά σχεδόν χωρίς πόρους και διδακτικό υλικό. Και το βασικό, είχαμε βρει και δασκάλους. Ήταν αυτοί που απέμειναν ζωντανοί μετά το ‘37, αυτοί που κάποτε είχαν τελειώσει τα ελληνικά σχολεία».
Τον Αύγουστο  του 1982 ο Αχιλλέας κατάφερε και μάζεψε στο Σουχούμι όλους τους υποψήφιους δασκάλους ελληνικής γλώσσας και οργάνωσε για αυτούς σεμινάριο. Μεταξύ των δασκάλων ήταν άνθρωποι διαφόρων ηλικιών, γέροι, μεσήλικες, και ακόμα και νέοι, αυτοί που μάθαινε νεοελληνικά από τους παππούδες τους. Παρόλο την αφόρητη ζέστη, την  υγρασία και τους χιλιάδες τουρίστες – παραθεριστές  που πλημμύριζαν το Σουχούμι επί ένα μήνα τα μαθήματα διήρκεσαν  καθημερινά δέκα ώρες. Κανένας δεν παραπονιόταν, ο κάθε ένας αισθανόταν μέλος της αποστολής με στόχο να μάθουν καλά ελληνικά  και να μεταδώσουν όλες τις γνώσεις  στα παιδιά.
 «Και τα χρήματα πού βρέθηκαν για όλα αυτά, για  το ξενοδοχείο, τη διατροφή..»- ρώτησε η Αντιγόνα τον Αχιλλέα.
«Τα χρήματα.. δεν ήταν το βασικό πρόβλημα. Στο Σουχούμι υπήρχαν εύποροι Έλληνες, είχαν καλές θέσεις, κύρους,  αυτοί  βοήθησαν. Και στην  Τσάλκα είχαμε  Έλληνες σε σημαντικές κομματικές   θέσεις, και αυτοί έδωσαν  χρήματα. Και μη ξεχνάς ότι ο κάθε ένας από μας , και οι δάσκαλοι, όλοι θεωρούσαμε το σεμινάριο αυτό υπόθεση προσωπική».
Ακόμα και η καθηγήτρια μας, που αρχικά δεν ήθελε να πάει στον Καύκασο από την Μόσχα, τελικά τόσο πολύ μάς  αγάπησε, που ερχόταν κάθε χρόνο επί πολλά χρόνια σε μάς. 

Ήταν η Μαρίνα Ρίτοβα. Μια Ρωσίδα, μοσχοβίτισα    γέννημα θρέμμα, έγινε Δασκάλα όλων των Ελλήνων της ΕΣΣΔ με την εντολή του Κομμουνιστικού Κόμματος. 
Έκλαιγε σαν μωρό, και αισθανόταν πολύ δυστυχισμένη όταν της ανακοίνωσαν την απόφαση.  «Το Κόμμα σε στέλνει να βοηθήσεις τους έλληνες της Γεωργίας, δεν υπάρχει όχι, γιατί δεν υπάρχει άλλος άνθρωπος που να  ξέρει τόσο καλά ελληνικά και να μπορεί να προσφέρει!- της είπε στο γραφείο ένας παλιός σύντροφος που κάποτε σπούδαζαν μαζί στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων. Της Μαρίνας της πρότειναν τότε να ασχοληθεί  με την Ελλάδα και την ελληνική γλώσσα. Έμοιαζε κιόλας ελληνίδα. Την εποχή των ‘50 βρέθηκε πολλές φορές στην Ελλάδα, μπορεί  ήταν  σ’αυτα τα ταξίδια – ειδικές αποστολές, που η Μαρίνα λάτρεψε την Ελλάδα και τους ανθρώπους της, είχε γνωρίσει τον Ωνάση, τη Μαρία Κάλλας…
Στον Καύκασο, όμως, δεν ήθελε να πάει με τίποτα. Το πρώτο που σκέφτηκε ήταν τι σχέση μπορούσαν να έχουν αυτοί οι αγροίκοι καυκάσιοι πόντιοι με τους Έλληνας και γιατί επέμεναν να μάθουν ελληνικά!  Της φάνηκε, όλη αυτή ιστορία παρατραβηγμένη. Ήταν και το άλλο , δεν ήθελε να διδάσκει, να κάνει τη δασκάλα.   Ο καινούριος ρόλος που της ανέθεσε το Κόμμα, δεν της άρεσε καθόλου αλλά δεν είχε επιλογή.
Έφυγε με το τρένο στο Σουχούμι,  πήρε μαζί της και τον άνδρα της. Στο δρόμο την έπιασε γκρίνια, αλλά όσο πλησίαζαν τον Καύκασο ανέπνευσε  θαλασσινό αέρα, είδε την ανατολή του ήλιου στη θάλασσα και τα βουνά με  τα ψηλότερα δέντρα, χαλάρωσε. «Δεν πειράζει, διακοπές θα κάνουμε, θα περάσουμε όσο μπορούμε καλύτερα», - είπε στον άνδρα της, παρηγορώντας τον εαυτό της.  Στο σταθμό τους  περίμεναν πάνω από είκοσι άτομα. Ο κάθε ένας τους πέρασε να σφίξει  το χέρι της και κοιτάζοντας την στα μάτια, έλεγε πως  την περίμεναν με αγωνία, και πως είναι πολύ ευτυχείς, που επιτέλους έφτασε στο Σουχούμι.  Το ξενοδοχείο που τους έκλεισαν οι Έλληνες ήταν πολύ καλό, με θέα τη θάλασσα.  Το βράδυ στο τραπέζι, σε ένα από τα καλύτερα εστιατόρια της πόλης, η Μαρίνα Ρίτοβα κατάλαβε ότι μόλις γνώρισε φίλους για πάντα. Τον Αχιλλέα και  τους άλλους  μαθητές της τους αγάπησε όλους. Μετά, για πολλά χρόνια, ερχόταν στον Καύκασο και δίδασκε ελληνικά στα καλοκαιρινά σεμινάρια και, δεν το έκρυβε ποτέ,  περνούσε πολύ όμορφα. Οι φίλοι της στη Μόσχα την σχολίαζαν με ειρωνεία : «οι  δικοί σου οι Γκρέκοι σε κλέβουν από μας κάθε χρόνο.» Η Μαρίνα γελούσε ευτυχισμένα: «Δεν μπορείτε να καταλάβετε ότι εκεί είναι η ζωή, εκεί που οι άνθρωποι ξέρουν να ζουν την κάθε στιγμή, ξέρουν να κρατούν αρχές και έθιμα και  τις παραδόσεις τους. Νιώθω  μαζί τους τόσο καλά!».. 
Τα εγχειρίδια για τα μαθήματα τα έφτιαχναν μόνοι τους, και τα  βιβλία ήταν χειροποίητα. Το πιο δύσκολο ήταν για την Μαρίνα να προσαρμόσει τα κείμενα των  ασκήσεων στα σοβιετικά δεδομένα. Τα κείμενα αυτά έπρεπε να ήταν διδακτικά, μορφωτικά και εκπαιδευτικά και οπωσδήποτε στα πλαίσια των σοβιετικών ιδεών και οραμάτων, σύμφωνα με τις διαταγές της ΕΣΣΔ.     
Μια φορά σε ένα από τα μεγάλα ατελείωτα καυκάσια τραπέζια ο Αχιλλέας έκανε πρόποση, αφιερωμένη στην Μαρίνα Ρίτοβα. ΄Έλεγε πολλά, σχεδόν τους κούρασε όλους με τις καλολογίες του, και η Μαρίνα φώναζε: «Σταματήσετε τον, βγάζω φτερά, θα πετάξω, θα σας αφήσω!» Δεν της άρεσαν αυτές οι καυκάσιες τυπικότητες αφού, έτσι και αλλιώς, έβλεπε την αγάπη στα μάτια των ανθρώπων αυτών.
«Που να μας αφήσεις, αγαπητή μας  Μαρίνα,  αγαπητή μας  καθηγήτρια! Θα γεράσουμε μαζί - έλεγε ο Αχιλλέας.
Έτσι και έγινε. Απλά τα ραντεβού τους μεταφέρθηκαν από τη Γεωργία στην Ελλάδα, όπου οι μαθητές της παλιννόστησαν. Άφησαν πίσω ωραία χρόνια, ωραίους τόπους, ωραία ζωή. Στην Ελλάδα τώρα όλοι μιλούσαν άνετα την ελληνική γλώσσα, και παραπονιόταν που τα παιδιά και τα εγγόνια τους ξεχνούσαν τα ρώσικα. «Καλά, να οργανώσουμε τότε σε καμιά ελληνική παραλία σεμινάρια της ρωσικής γλώσσας -  είναι για σας μητρική!» - έλεγε χαριτολογώντας  η κυρία Μαρίνα.  Ήταν σε μια ηλικία που πήρε σύνταξη. «Αλήθεια, πόσο χρονών ήταν η Μαρίνα, όταν την γνωρίσατε;» - ρώτησε η Αντιγόνα τον Αχιλλέα.
«Ο.. αυτό ήταν πάντα δύσκολο να το καταλάβουμε, Η Μαρίνα ήταν και είναι ωραία γυναίκα, μπορεί να είναι στην ηλικία μου, μπορεί και μεγαλύτερη ή μικρότερη, πάντως τη λατρεύαμε!» 
Και τελικά, έβαλαν στα εκπαιδευτικά   σχολικά  προγράμματα της Γεωργίας την ελληνική γλώσσα; - ρώτησε η Αντιγόνα.  «Έγινε και αυτό.  Όχι , βέβαια σε όλα τα σχολεία και όχι αμέσως, αλλά έγινε», - απάντησε ο Αχιλλέας.
…Και μετά είπε με ένα χαμόγελο «και ξέρεις ποιος βοήθησε; Ένα αγόρι, Κώστα τον λέγανε...
Σε σαράντα έξι σχολεία εισήγαγαν  την ελληνική γλώσσα ως ξένη γλώσσα. Και αυτό έγινε όταν  ο μικρός Κώστας  έβαλε τον ίδιο τον πρόεδρο Σεβαρναντνζε  να ασχοληθεί με την ελληνική γλώσσα.

(ήταν μια νουβέλα που δεν μπήκε στο βιβλίο "Μια βαλίτσα μαύρο χαβιάρι" )
στη φώτο η Μαρίνα Ρίτοβα στη Θεσσαλονίκη το 2002...αν θυμάμαι καλά...

25 Νοε 2014

Με τη διεύρυνση των επαγγελματικών τους οριζόντων συνδέουν πολλοί Έλληνες την εκμάθηση της ρωσικής γλώσσας



   Μπορεί η ρωσική να θεωρείται -και να είναι- μια δύσκολη γλώσσα, όμως σήμερα ολοένα και περισσότεροι επιλέγουν να τη μάθουν "επενδύοντας" στη διεύρυνση του επαγγελματικού τους ορίζοντα.
   Ένας απ' αυτούς είναι και ο 30χρονος δικηγόρος Λουκάς Χατζηγεωργίου από τη Θεσσαλονίκη, ο οποίος, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, εξηγεί ότι τα ρώσικα είναι πλέον μια γλώσσα που μπορεί να τον κάνουν επαγγελματία με υψηλές προδιαγραφές.
   "Τρία χρόνια μαθαίνω τη ρωσική γλώσσα και προσπαθώ, με αυτόν τον τρόπο, να ανοίξω μια πύλη προς τη ρωσική αγορά. Να είμαι δικηγόρος για τα ελληνορωσικά οικονομικά και άλλα θέματα" λέει χαρακτηριστικά.
   Ο Λουκάς Χατζηγεωργίου δεν έχει κανενός είδους δεσμού με τη Ρωσία -όπως οι Έλληνες από χώρες της πρώην ΕΣΣΔ που παλιννόστησαν στην Ελλάδα. Μάλιστα, όπως αναφέρει, "ούτε ήξερα πόσο μεγάλη είναι η Ρωσία!".
   Τώρα, έχοντας ήδη εντρυφήσει στη γλώσσα, έχει μάθει πολλά και για την ίδια τη χώρα καθώς, όπως τονίζει, "δεν μπορείς να μάθεις ρωσικά χωρίς να καταλάβεις τη χώρα και τους ανθρώπους της".
   Για την αναπληρώτρια καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και πρόεδρο της Πανελλήνιας Ένωσης Καθηγητών της Ρωσικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας Αικατερίνη Ζουραβλιόβα είναι έργο ζωής η οργάνωση της διδασκαλίας της ρωσικής γλώσσας στη Θεσσαλονίκη και στην Ελλάδα ευρύτερα.

   "Στην Ένωση είναι εγγεγραμμένοι 156 καθηγητές της ρωσικής γλώσσας και λογοτεχνίας της μέσης και ανώτατης εκπαίδευσης, που σπούδασαν στην άλλοτε ΕΣΣΔ και οι περισσότεροι απ' αυτούς έχουν προϋπηρεσία εκεί. Στην Ελλάδα, βέβαια, δεν βρήκαν όλοι τους απασχόληση, αλλά δεν παύουν να αποτελούν δυναμικό για την ανάπτυξη της διδασκαλίας της ρωσικής γλώσσας στη χώρα μας" λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Ζουραβλιόβα.
   Η Τάνια Χαλκονίδου, διευθύντρια του Εκπαιδευτικού Κέντρου Ρωσικής Γλώσσας και Πολιτισμού "Russian Word", με έδρα τη Θεσσαλονίκη, λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πως το ενδιαφέρον για τη ρωσομάθεια στη Βόρεια Ελλάδα έχει αυξηθεί ραγδαία.
   "Φέτος, 186 άτομα πήραν πιστοποιητικά εκμάθησης της ρωσικής γλώσσας και 16 από αυτούς έδωσαν εξετάσεις στη Μόσχα, στο πανεπιστήμιο Λομονόσωφ. Μεγάλο ενδιαφέρων για τα ρωσικά δείχνουν οι φοιτητές και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, γι' αυτό κι έχουμε ανοίξει ειδικά τμήματα για δικηγόρους, με έμφαση στη νομική ορολογία" επισημαίνει η κ. Χαλκονίδου.

   Σε μια βραδιά αφιερωμένη στα 10χρονα της Πανελλήνιας Ένωσης Καθηγητών της Ρωσικής Γλώσσας, που έγινε πριν από μερικές μέρες, απονεμήθηκαν πτυχία πιστοποίησης σε όσους συμμετείχαν σε εκπαιδευτικό ταξίδι, στη Μόσχα, τον περασμένο Απρίλιο.
   Μεταξύ αυτών και ο στρατιωτικός γιατρός Στράτος Συμεωνίδης, ο οποίος μαθαίνει ρωικά επειδή, όπως λέει, τού αρέσει η γλώσσα και θέλει να κάνει πολλά ταξίδια στη Ρωσία.
   Μια άλλη "ρωσόφιλη" μαθήτρια, η Άννα Ψυχογιού, φοιτήτρια οικονομικών, εξηγεί πως μαθαίνει ρωσικά επειδή πλέον "υπάρχει άμεση ανάγκη στην επαγγελματική κατάρτιση κάθε Έλληνα να ξέρει και τα ρωσικά".
   Σοφία Προκοπίδου
25/11/2014 12:54ΑΠΕ-ΜΠΕΘεσσαλονίκη, Ελλάδα

24 Νοε 2014

"Η ιστορία των «μπρούντζινων» Λένιν"


Πριν από λίγες μέρες, η αστυνομία του Χάρκοβο στην ανατολική Ουκρανία συνέλαβε έναν 63χρονο συνταξιούχο, ο οποίος κάλεσε στο τηλέφωνο για τα επείγοντα περιστατικά και είπε ότι εάν το πελώριο άγαλμα του Λένιν που γκρεμίστηκε στις 28 Σεπτεμβρίου δεν τοποθετηθεί και πάλι στην θέση του, θα ανατινάξει τα κτίρια της Gazprom και της Περιφέρειας στην πόλη.
Οι ειδικοί δεν βρήκαν εκρηκτικούς μηχανισμούς σε αυτά τα κτίρια, ωστόσο ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά του συνταξιούχου και τώρα κινδυνεύει με φυλάκιση έως και πέντε χρόνων.
Από πέρσι, στην Ουκρανία ξεκίνησε ένας "πόλεμος" κατά του Λένιν, με το γκρέμισμα των μπρούτζινων ανδριάντων του, που είχαν τοποθετηθεί σε δημόσιους χώρους την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης και κατά τους εναπομείναντες υποστηρικτές του έκτοτε έγιναν πολλές "απόπειρες δολοφονίας" του.
Τη νύχτα της 28ης Σεπτεμβρίου, λοιπόν, άγνωστοι πήγαν στην κεντρική πλατεία του Χάρκοβο, που πριν από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ έφερε το όνομα του Φέλιξ Ντερζίνσκι, γνωστού ως "σιδερένιου Φέλιξ" -ιδρυτή της διαβόητης NKVD, της μυστικής υπηρεσίας, προδρόμου της Kα Γκε Μπε- και μετονομάστηκε σε "Ελευθερίας", όπου κατεδάφισαν το ύψους 8,5 μέτρων άγαλμα του ιδρυτή της και πρώτου ηγέτη της σοβιετικής αυτοκρατορίας.
Εκείνες τις μέρες, σε μια άλλη πόλη της Ουκρανίας, το Ζαπορόζιε, το ορειχάλκινο άγαλμα του Λένιν σώθηκε την τελευταία στιγμή, όταν κάτοικοι της πόλης έσπευσαν να το προστατεύσουν δυναμικά και πέτυχαν κατόπιν διαπραγματεύσεων με τις αρχές που ήθελαν να το γκρεμίσουν, να το κρατήσουν προσωρινά όρθιο. Μέχρι την εξεύρεση οριστικής λύσης πάντως, διόρισαν... φρουρά για να το φυλάει τις νύχτες.
Οι περιπτώσεις του Χάρκοβο και του Ζαπορόζιε δεν είναι οι μοναδικές. Επιχειρήσεις για την κατεδάφιση ανδριάντων και μνημείων της σοβιετικής εποχής γίνονται παντού στην Ουκρανία, με πρώτες τις ανατολικές περιοχές της χώρας, προκαλώντας αντιδράσεις όχι μόνο στους φιλορώσους κατοίκους τους αλλά και, κυρίως, στην ίδια τη Ρωσία, όπου η λατρεία των ανθρώπων για τον Λένιν, φαίνεται ότι δεν έχει υποχωρήσει.
Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα, που διεξήχθη στα τέλη Οκτωβρίου σε 45 περιφέρειες της Ρωσίας και στην οποία ρωτήθηκαν 1600 άτομα, το 73% δήλωσε αντίθετο στην επιχειρούμενη καταστροφή των μνημείων του Λένιν στην Ουκρανία και μόνο ένα 3% Ρώσων δεν θέλουν πια να τον βλέπουν να στέκει σε πάρκα και πλατείες, ούτε στη χώρα του. Από το 73% που δεν συμφωνεί, το 87% είναι οι υποστηρικτές του Κομμουνιστικού Κόμματος και το 84% άνθρωποι άνω των 60 ετών.
Όπως μετέδωσε το πρακτορείο ειδήσεων RIA Novosti, υπέρ της καταστροφής των ανδριάντων τάχθηκε μόνο το 3% των ερωτηθέντων, υποστηρίζοντας ότι: "είναι άχρηστος" (21%) και "απομεινάρι του παρελθόντος" (17%). Ενώ το 19% δήλωσαν πως απλά δεν τον θεωρούν "θετικό ηγέτη".
Οι Ουκρανοί γκρεμίζουν τα αγάλματα του Λένιν, τα οποία έως το ξέσπασμα της κρίσης με τη Ρωσία έδειχναν να μην τους ενοχλούν, ή τουλάχιστον να μην τους ενοχλούν τόσο πολύ.
Τώρα, πλέον, με τα όσα έγιναν και εξακολουθούν να διαδραματίζονται στην ανατολική πλευρά των συνόρων της, ό,τι θυμίζει Ρωσία, θεωρείται εχθρικό. Και ο Λένιν ήταν Ρώσος...
"Ήταν άθεος ο Λένιν, φταίει για όλα τα κακά που βρήκε σήμερα η Ουκρανία. Αλλάζει η ιστορία μας και δεν τον χρειαζόμαστε πια!" λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Τατιάνα Κ., δασκάλα από το Χάρκοβο...
Στον αντίποδα, ο ιστορικός Ιγκόρ Μοσχούρης από την Κριμαία, όπου τα μνημεία του Λένιν διασώθηκαν με την απόσχιση και την προσάρτηση στην Ρωσία, διαφωνεί: "Γιατί κανένας δεν λέει ότι η καταστροφή του Λένιν έχει να κάνει με ένα μίσος για την ιστορία; Χωρίς την αναγνώριση του παρελθόντος, δεν υπάρχει μέλλον. Πρέπει να αντιμετωπίζουμε με σεβασμό την ιστορία μας. Όλοι εμείς, θέλουμε δεν θέλουμε, είμαστε τα 'παιδιά' του Λένιν" λέει.
Οι Ρώσοι δεν λένε να ξεκόψουν από τον Λένιν. Μπορεί να μην επιθυμούν την επιστροφή στον κομμουνισμό και να αποδέχονται (μοιρολατρικά;) τον άγριο καπιταλισμό και εθνικισμό του Πούτιν, θέλουν όμως να τον έχουν για να τον βλέπουν, μπρούτζινο στις πλατείες και... μούμια στο μαυσωλείο, πλάι στο Κρεμελίνο.
Έτσι, στη Ρωσία, σήμερα σώζονται 6000 αγάλματα του Λένιν, από τα 7000 που υπήρχαν το 1991, όταν άρχισε η κατάρρευση. Απομακρύνθηκαν ή καταστράφηκαν, δηλαδή, μόνο χίλια!
Στην Ουκρανία, από 5500 αγάλματα έχουν απομείνει 1800, στη συντριπτική του πλειοψηφία στις ρωσόφωνες περιοχές, στη Λευκορωσία από τα 600 παραμένουν "όρθια" τα 400, στο Καζακστάν από 500 το 1991 υπάρχουν 300, ενώ στο Καύκασο και την Κεντρική Ασία έμειναν από τα 300 το 1991, 200.
Στη Μολδαβία αρχικά κατέστρεψαν σχεδόν και τους 80 ανδριάντες του. Όταν, όμως, εξελέγη πρόεδρος της χώρας ο κομμουνιστής Βλαντίμιρ Βορόνιν έδωσε την εντολή για την αναστήλωσή τους και έτσι σήμερα καταγράφονται στην Μολδαβία 60 προτομές του Λένιν.
Εκεί που τον απαρνήθηκαν εντελώς είναι οι χώρες της Βαλτικής, όπου από 160 αγάλματα έχει απομείνει μόνο ένα και αυτό βρίσκεται στον αυλόγυρο ρωσικής πρεσβείας. Σχεδόν εξαφάνισαν τους μπρούντζινους Λένιν στην Αρμενία, τη Γεωργία και το Τουρκμενιστάν, ενώ εξαίρεση αποτελεί η υπό ρωσική επιρροή Κιργισία, όπου και τα 100 μνημεία έχουν παραμείνει στη θέση τους...
Τέλος, στις χώρες του εξωτερικού, από 150 αγάλματα το 1991, έμεναν, το 2014, 25 (σ.σ. ένα από αυτό βρίσκεται στην Αθήνα).
"Είχαμε έναν ωραίο Λένιν και τώρα είναι χωρίς το κεφάλι του"
Πίσω στο Χάρκοβο: Όταν το πρωί της 28ης Σεπτεμβρίου, οι υπάλληλοι του Μεγάρου Πολιτισμού πήγαν στη δουλειά, βρήκαν στην αυλή πολλά μπάζα. Ο Λένιν ήταν εκεί, στη θέση του, αλλά χωρίς το κεφάλι. Εκείνοι που γκρέμισαν τον ανδριάντα στην πλατεία Ντερζίνσκι θέλησαν να κάνουν το ίδιο και σ' εκείνο στην αυλή του Μεγάρου Πολιτισμού, πλην όμως το μόνο που κατάφεραν μόνο με σκοινιά ήταν να τον αποκεφαλίσουν!
"Όταν στην Ουκρανία ξεκίνησε το κίνημα αποκαθήλωσης κατά των αγαλμάτων του Λένιν, οι κάτοικοι του Χάρκοβο εθελοντικά βοηθούσαν τις αρχές στη φρούρησή τους. Ο Λένιν είναι η ιστορία μας και πρέπει να τη σεβόμαστε και να την αποδεχόμαστε! Εβδομήντα χρόνια ήταν εδώ, γιατί να καταστραφεί επειδή τώρα πήραμε τον δρόμο τον καπιταλιστικό;" λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κυρία Κ.Λ., κάτοικος της πόλης και προσθέτει:
"Στις 4 το πρωί ήρθε ένα φορτηγό και με σκοινιά πιάσανε το κεφάλι του... Αλλά δεν μπόρεσαν να κατεβάσουν το σώμα... Τώρα ο Λένιν παραμένει εκεί χωρίς το κεφάλι. Είχαμε ένα ωραίο Λένιν και τώρα είναι χωρίς το κεφάλι του, και τι κατάφεραν με τους βανδαλισμούς;".
Αυτό το "άγριο κυνήγι" των αγαλμάτων του Λένιν στην Ουκρανία, ξεκίνησε τον περασμένο Δεκέμβριο, από το Κίεβο, και συνέπεσε με τις μέρες των διαδηλώσεων της πλατείας "Μαίνταν".
Τότε κατεδαφίστηκε το μνημείο του σοβιετικού ηγέτη που ήταν στην κεντρική αυτή πλατεία από το 1946 και μάλιστα πριν από την εγκατάστασή του εκεί είχε "κοσμήσει", το 1939, τη Διεθνή Έκθεση στη Νέας Υόρκη ως ένδειξη της τότε αμερικανοσοβιετικής φιλίας.
Εκείνο, όμως, που δεν πέτυχαν οι πολέμιοί του ήταν η διατάραξη του αιώνιου ύπνου του στο μαυσωλείο τού Λένιν. Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ έγινε μια προσπάθεια με τη συγκατάθεση του Μπόρις Γέλτσιν για την απομάκρυνση της ταριχευμένης σορού του από το μαυσωλείο στην Κόκκινη Πλατεία, πλην όμως υπήρξαν έντονες αντιδράσεις και έτσι παραμένει ακόμα στη φορμόλη ως κορυφαίο σύμβολο της πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ και της σημερινής Ρωσίας.
Ο Λένιν εξακολουθεί να "ζει" στην καρδιά του Κρεμλίνου, παρέα με τους σύγχρονους καπιταλιστές του Πούτιν, "απολαμβάνοντας" τον θαυμασμό των χιλιάδων τουριστών, που τον επισκέπτονται καθημερινά, από τις δέκα το πρωί έως τη μία μετά το μεσημέρι...
Σύμφωνα με τη σοβιετική ιστοριογραφία, η ιδέα να μην ταφεί το σώμα του Λένιν και να διατηρηθεί σε μία σαρκοφάγο, ανήκε σε ομάδα εργατών και μελών του Μπολσεβίκικου Κόμματος, οι οποίοι έστειλαν σχετικά τηλεγραφήματα και μία επιστολή στην ηγεσία της Σοβιετικής Ρωσίας. Επισήμως, η πρόταση αυτή ανακοινώθηκε από τον Μιχαήλ Καλίνιν, προκαλώντας τότε την αντίδραση μόνο του Τρότσκι, που χαρακτήρισε την ιδέα αυτή "μια τρέλα".
Οι μετασοβιετικοί ιστορικοί, ωστόσο, πιστεύουν ότι στην πραγματικότητα αυτή η ιδέα ανήκε στον ίδιο το Στάλιν, με σκοπό να δημιουργηθεί μια νέα "θρησκεία" του προλεταριάτου. Υποστηρίζουν επ' αυτού ότι, ο Στάλιν εκείνη την εποχή προόριζε ήδη εαυτόν για "βασιλιά", αλλά στη θέση του "Θεού" ήθελε τον άταφο και "κοιμώμενο" στη γυάλα νεκρό Λένιν...
Όπως και να έχει το πράγμα, το μαυσωλείο με τον μουμιοποιημένο Βλαντίμιρ Ίλιτς Ουλιάνοφ δεν πρόκειται να κλείσει και για έναν επιπλέον λόγο: χρησιμοποιείται ως εξέδρα για τον εκάστοτε πρόεδρο της Ρωσίας, (βλ. Πούτιν μετά και τη δήλωσή του ότι θα "διεκδικήσει" και άλλες θητείες στο Κρεμλίνο), και το επιτελείο του στις στρατιωτικές παρέλασης στην Κόκκινη Πλατεία...
Ο Λένιν ζει
Κι ενώ άλλοι γκρεμίζουν αγάλματα του κορυφαίου επαναστάτη, άλλοι κάνουν αποκαλυπτήρια. Όπως, για παράδειγμα, στην περίπτωση της ρωσικής πόλης Λίπετσκ, όπου με αφορμή τη συμπλήρωση 97 χρόνων από την μπολσεβίκικη επανάσταση, το τοπικό κομμουνιστικό κόμμα αντικατέστησε την τεράστια, πλην όμως φθαρμένη από το χρόνο, προτομή του με μια ολοκαίνουργια και λαμπερή.
Οι ακτιβιστές του Κομμουνιστικού Κόμματος σ' αυτή την πόλη φροντίζουν για περισσότερα από εκατό μπρούτζινα και μαρμάρινα αγάλματα του Λένιν και κάθε χρόνο προσθέτουν και μερικά ακόμα.
Σ. Προκοπίδου

20 Οκτ 2014

Οδοιπορικό στην Κριμαία



«Να μην μιλάς, να μην εκφράζεσαι ανοιχτά, γιατί παντού υπάρχουν "αυτιά", είναι οι μυστικές ρώσικες υπηρεσίες που παρακολουθούν όλους, ακόμα και τους επισκέπτες»- αυτή ήταν η συμβουλή, πριν φύγω στην Κριμαία, ενός ζευγαριού Ουκρανών, που παραθέριζαν στη Χαλκιδική.
   Τους άκουσα και ομολογώ πως ανησύχησα. Το ζευγάρι ζει στο Κίεβο, αλλά έχει εξοχικό σπίτι στην Κριμαία. «Δεν θα πάμε εκεί, το πουλάμε. Βέβαια δεν μας απαγορεύει κανείς να πάμε, αλλά θα μας βλέπουν ως εχθρούς. Πουλάμε το σπίτι μας με βαριά καρδιά, ήταν το αγαπημένο μας μέρος».
   Η πτήση από την Θεσσαλονίκη στο Ροστόφ διήρκεσε δύο ώρες και κάτι και από εκεί, με ανταπόκριση, φτάσαμε νύχτα στο αεροδρόμιο της πρωτεύουσας της Κριμαίας, Συμφερούπολη, απ' όπου συνεχίσαμε, μια ώρα δρόμο με το λεωφορείο, για τη Σεβαστούπολη, «πρωτεύουσα της Μαύρης Θάλασσας», όπως αρέσκονται να την αποκαλούν οι κάτοικοι της περιοχής.
   Όσο διαρκούσε το ταξίδι, οι λέξεις του ζευγαριού από το Κίεβο «ταξίδευαν» και αυτές «καρφωμένες σαν πρόκες» στο μυαλό μου. 

   Από τα παλιά χρόνια, για τη ρωσική αριστοκρατία, τη σοβιετική «ιντελεγκέντσια» και την κομμουνιστική νομενκλατούρα μετά, η Κριμαία ήταν «το μαργαριτάρι» της Μαύρης Θάλασσας, το αγαπημένο μέρος για τις διακοπές τους...
   «Δεν είναι μόνο η θάλασσα, το κλίμα... Είναι και κάτι άλλο που προσφέρει αυτό το μέρος, γιατί είναι το μοναδικό, μικρό κομμάτι της ρωσικής απέραντης Γης που συνδέεται άμεσα με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και το Βυζάντιο...» μου λέει ο ομογενής ιστορικός Αγαθάγγελος Γκιουρτζίδης.
   Από τον Αύγουστο, η χερσόνησης αυτή της Μαύρης Θάλασσας είναι πλέον τμήμα της «Αγίας Ρωσίας» και ασφαλής πλέον, σε καθαρά «ρωσικό» έδαφος, ναυτική βάση - ορμητήριο της Μόσχας στις θερμές θάλασσες της Μεσογείου.
   Σχεδόν τρεις μήνες μετά τη θεωρούμενη από τους δυτικούς υποκινούμενη ή από τη Μόσχα «εξέγερση» των ρωσόφωνων και την προσχώρησή της, διά δημοψηφίσματος, στη Ρωσική Ομοσπονδία ή την προσάρτηση από τη Ρωσία κατά πολλούς, η Κριμαία βαδίζει ταχύτατα στην ενσωμάτωση στη Ρωσική Ομοσπονδία.
   Μισό αιώνα και κάτι κράτησε ο χωρισμός, με την απόφαση του Νικήτα Χρουστσόφ να τη δωρίσει στην Ουκρανία.
   Τώρα επιστρέφει στην «αγκαλιά», της «μαμάς Ρωσίας».
   Από τα πρώτα βήματα ήταν να αλλάξει ο κωδικός των τηλεφωνικών συνδέσεων με το εξωτερικό σε 007, αυτόν δηλαδή της Ρωσίας, και το νόμισμα, και να στραφεί ακόμα πιο πολύ η οικονομία προς τη Μόσχα ενώ στο στρατηγικής σημασίας λιμάνι της Σεβαστούπολης, για το οποίο προκλήθηκε η επικίνδυνη αναταραχή στην Κριμαία, ρωσικά πολεμικά και εμπορικά πλοία μπαινοβγαίνουν με δυσκολία, ενώ παροπλισμένα σοβιετικά υποβρύχια στέκουν δεμένα σε απόμερα σημεία- αδιάψευστοι μάρτυρες περασμένων μεγαλείων του σοβιετικού πολεμικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας και της Μεσογείου. 
   «Σήμερα, στην Κριμαία όλοι οι άνθρωποι νοιώθουν ασφαλείς, ζουν πολύ καλά!» μου λέει ο ιδιοκτήτης ενός περίπτερου στο κεντρικό παζάρι της Σεβαστούπολης, κοντά στο λιμάνι.
   Πουλάει σουβενίρ και σημαίες της Σοβιετικής Ένωσης της δεκαετίας του '70, τυπωμένες σε βαρύ αληθινό μετάξι (κρεπντεσίν). Δεν είναι φτηνές- τις δίνει από 50 έως 100 ευρώ... «Αν θέλετε φτηνότερη, να πάρετε συνθετικές σημαίες!» προτείνει.
    Το βλέμμα μου καρφώνεται στα πολλά μακό μπλουζάκια με φωτογραφίες του Βλαντίμιρ Πούτιν, που πωλούνται παντού και σε τιμή από δώδεκα έως και τριάντα ευρώ... «Δεν είδα κανέναν να φοράει τέτοια μπλούζα» σχολιάζω για να εισπράξω την αφοπλιστική απάντηση: «Τον έχουμε στην καρδιά, δεν χρειάζεται να τον φοράμε...».
   Είχε δίκιο ο μαγαζάτορας, όπως θα διαπιστώσω κατά την παραμονή μου στην Κριμαία. Η λατρεία προς τον Πούτιν στο ρωσικό στοιχείο εκφράζεται παντού και ανοιχτά στις συζητήσεις. Σπάνια, όμως, θα ακούσει κανείς επικριτικά σχόλια, ακόμα και από τους εναπομείναντες Ουκρανούς, όχι γιατί τον αγαπούν, αλλά διότι φοβούνται και τους «τοίχους που έχουν αυτιά...».
   Ανδριάντες και τραγούδια προς το παρόν δεν υπάρχουν για τον «απελευθερωτή» Πούτιν. Οσονούπω, όμως, στο κλίμα «πουτινολατρείας» που κυριαρχεί πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι θα εμφανιστούν, πλάι στα θεόρατα αγάλματα του Λένιν και των τετρακοσίων γιγαντιαίων σοβιετικής αρχιτεκτονικής και αισθητικής άλλων μνημείων για τον μεγάλο «Πατριωτικό Πόλεμο».
   Η Ραΐσα Τ. είναι Τατάρα στην καταγωγή. «Δεν είμαι γηγενής αλλά από το Ταταριστάν και παντρεύτηκα εδώ», διευκρινίζει. Διατηρεί κομμωτήριο και απασχολεί τριάντα άτομα.
   «Οι δουλειές μας πάνε τώρα πολύ πιο καλά. Πριν, όταν ήμασταν στην Ουκρανία είχαμε πολλή γραφειοκρατία και... διαφθορά του δημοσίου. Μας ζητούσαν να πληρώνουμε τους φόρους εκ των προτέρων» λέει και συμπληρώνει: «Είμαστε καλά τώρα, ό,τι και να λένε στη Δύση, ήμασταν πάντα Ρωσία και ξαφνικά πριν από είκοσι τρία χρόνια βρεθήκαμε σε ένα άλλο κράτος που δεν μπόρεσε να μας φροντίσει...». 
   Συναντώ μια γιαγιά που πουλάει μήλα στο παζάρι. «Δεν έχω πολλά. Αυτά μάζεψα από τον κήπο μου, θα τα πουλήσω, πάρε όλο τον κουβά με διακόσια ρούβλια (σ.σ.5 ευρώ) να πάω να ψωνίσω γάλα και ψωμί!» μού λέει.
   Το ήπιο κλίμα ευνοεί στο να ευδοκιμούν φρούτα και λαχανικά και αυτό βοηθάει τους ανθρώπους να συμπληρώνουν την πενιχρή σύνταξη των εφτά χιλιάδων ρουβλίων -εκατόν είκοσι ευρώ δηλαδή- ενώ και οι μισθοί δύσκολα φτάνουν να καλύψουν τις ανάγκες, καθώς ξεκινούν από διακόσια και φτάνουν στα οχτακόσια ευρώ.
   Στο κέντρο της πόλης και στον ψηλότερο λόφο δεσπόζει ο ανδριάντας του Λένιν. «Η Κριμαία έχει καθεστώς υψίστης «κρατικής σημασίας» μετά τη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη και οι άνθρωποι περιμένουν να ευνοηθούν από αυτό το «προνόμιο».
   «Αναμένουμε επενδύσεις και γρήγορη ανάπτυξη γιατί έχουμε εδώ τα πάντα... από ορυκτά, αέριο, αγροτικά προϊόντα, αμπέλια, έχουμε ναυπηγία, αμυντικής σημασίας εργοστάσια, αλλά και τουρισμό καλοκαιρινό, ιστορικό και θεραπευτικό. Σε τρία χρόνια, το πολύ πέντε, δεν θα γνωρίζετε τη Σεβαστούπολη και όλη την Κριμαία» μού λέει ο ιστορικός Ίγκορ Μοσχούρι.
   Η συζήτησή μας με τον Μοσχούρι γίνεται κάτω από τον μεσημεριανό ήλιο, στη σκιά του τεράστιου αγάλματος του Λένιν- του μεγαλύτερου στη πόλη, με ύψος είκοσι μέτρα.
   Ο Λένιν δείχνει με το χέρι προς τη θάλασσα και περιστοιχίζεται από μικρότερα αγάλματα- του εργάτη, του αγρότη, του στρατιώτη και του ναύτη.
   Ο μπρούτζινος ηγέτης είναι ορατός από κάθε σημείο της πόλης. Παραδόξως, η φιγούρα του «μεγαλύτερου άθεου» και κορυφαίου του διαλεκτικού υλισμού της Ρωσίας βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με τον καθεδρικό ναό του Αγίου Βλαντίμιρ (όχι Πούτιν), που βρίσκεται ακριβώς πίσω του...
   «Δόξα τω Θεώ, η Σεβαστούπολη απέφυγε την εποχή του '90, την επιδημία κατεδάφισης των αγαλμάτων του Λένιν. Και επίσης δεν συνέβησαν πράξεις βανδαλισμού εναντίον του μνημείου του Λένιν. Άραγε, μήπως το έσωσε ο χριστιανικός ναός, ποιος ξέρει;» αναρωτιέται ο ξεναγός μας.
   Η Σεβαστούπολη αποπνέει πρωτευουσιάνικο ύφος. Σε μια πόλη των 400.000 κατοίκων σώζονται πολλά νεοκλασικά κτίρια του 19 αιώνα, αλλά και κτίρια του σοσιαλιστικού κονστρουκτιβισμού, του ορθολογισμού, της εκλεκτικής σταλινικής αρχιτεκτονικής...
   Το ξενοδοχείο μας φέρει ελληνικό όνομα: «Olymp» το λένε και λίγα χιλιόμετρα μακριά βρίσκεται η αρχαία ελληνική πόλη της Ταυρικής Χερσονήσου, όπου σώζονται αρχαίο ελληνικό θέατρο με ρωμαϊκά και βυζαντινά μνημεία.
   Είναι γνωστό πως η Κριμαία ενέπνευσε πολλούς συγγραφείς και ποιητές. «Στη βιογραφία του Τσέχοφ υπάρχει η λεγόμενη "Κριμαϊκή περίοδος" ή περίοδος της Γιάλτας. Εδώ, ο μεγάλος θεατρικός συγγραφέας έγραψε πολλά σημαντικά έργα, ενώ στο διήγημα "Μαύρος Μοναχός" περιγράφει την Κριμαία με εκπληκτικό τρόπο» λέει η Μαρία Ροσένκο, καθηγήτρια του παραρτήματος της Μαύρης Θάλασσας του Πανεπιστήμιου Λομονόσοφ της Μόσχας.
   Το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου χτίστηκε το 891 μ.Χ. σε μια βραχώδη σπηλιά και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της Κριμαίας.
   Ο ηγούμενος Βενέδικτος, ένας νεαρός ιερωμένος που πάνω από το ράσο φοράει γελέκο παραλλαγής θυμίζει περισσότερο αντάρτη παρά μοναχό. Περπατάει γρήγορα, μιλάει με χάρη και αστειεύεται διαρκώς- δίνει την εντύπωση ενός ευχάριστου ανθρώπου.
   «Η χριστιανοσύνη είναι μόνο χαρά, πρέπει να είμαστε πάντα χαρούμενοι!» μας λέει.
   Καθώς μας οδηγεί στην εκκλησία της μονής, μας εξηγεί ότι ο ναός ήταν παλιά αποθήκη. «Το 1929, οι σοβιετικοί έκλεισαν τη μόνη, έδιωξαν τους μοναχούς και έκαναν εκεί ένα στρατόπεδο» εξηγεί. «Προσπαθώ να πάρω πίσω την περιουσία της μόνης, τουλάχιστον τους χώρους που βρίσκεται η εκκλησιά και τα κοιμητήρια των μοναχών...» λέει ο Βενέδικτος.
   «Δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, αλλά έχω ελπίδες ότι με τη νέα κατάσταση θα τα καταφέρω. Περιμένω από τη Μόσχα βοήθεια...» λέει.
   Και δεν είναι ο μόνος. Οι κάτοικοι της χερσονήσου προσδοκούν ότι κάνοντας στο δημοψήφισμα, αλλά και στην εξέγερση που προηγήθηκε, το καθήκον τους απέναντι στο «μητροπολιτική κέντρο», η βοήθεια για την οικονομική ανάπτυξη και την εθνική ανάταση, θα είναι απλόχερη από τη Μόσχα.
   Οι Ρώσοι, που αποτελούν την πλειοψηφία, ζουν το μεθύσι της «εθνικής απελευθέρωσης» από τους «φασίστες του Κιέβου», όπως συλλήβδην η ρωσική πλευρά εμφάνιζε τα σαράντα και πλέον εκατομμύρια Ουκρανούς και της επιστροφής της Κριμαίας «τους» στη «ζεστή αγκαλιά» του Πούτιν.
   Οι Ουκρανοί και οι Τάταροι, πληθυσμιακές μειοψηφίες, ζουν την αγωνία της συμβίωσης με τους Ρώσους, η οποία πλέον θα πρέπει να γίνει με άλλους όρους, αφού η εξουσία θα εκπορεύεται από τη Μόσχα και όχι από το Κίεβο.
   Δύσκολα μιλούν για το πώς βιώνουν την καινούργια πραγματικότητα, αποφεύγοντας να εξωτερικεύουν τα αισθήματά τους. Ο τροχός της ιστορίας, τους έφερε σε μειονεκτική θέση. Και μένει να επιβεβαιωθεί -ή όχι- η ιστορική διαπίστωση, ότι οι λαοί στη Νοτιοανατολική Ευρώπη ουδέποτε έμαθαν να ζουν αρμονικά, ο ένας πλάι στον άλλο, παρά μόνο ότι ανάλογα με τις ιστορικές συγκυρίες, ο κάθε ένας που κρατούσε τον βούρδουλα «μαστίγωνε» τον άλλο, τον αδύναμο.








 ΑΠΕ-ΜΠΕ, Σ. Προκοπίδου

30 Αυγ 2014

Γλυκό από σύκα



Όταν η γιαγιά η Μαρία λάμβανε από το ταχυδρομείο το δέμα από την Αλεξάνδρα, ένα ξύλινο κουτί με γλυκό σύκο, έλαμπε από την ευτυχία. Λίγες ήταν οι στιγμές που η Μαρία αισθανόταν τόσο χαρούμενη και ευτυχισμένη. Τα σύκα τα έτρωγε με λαχτάρα, σα να ήταν κάτι που τρώγεται, ως τελευταία απόλαυση, πριν από το τέλος της ζωής, όπως έτρωγε το χαβίτς η γριά Λεμόνα πριν πεθάνει.

«Πώς θα ήθελα να φάω και φρέσκα σύκα!», έλεγε η γιαγιά Μαρία στην Αντιγόνα , τρώγοντας το γλυκό από τα σύκα και πίνοντας μαύρο ζεστό τσάι. Τα φρέσκα σύκα με τίποτα δεν θα μπορούσαν να φτάσουν ταχυδρομικώς. Το Σότσι της Μαύρης Θάλασσας, απ’ όπου ερχόταν το δέμα, ήταν χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το Καζακστάν.

Αλλά μια φορά η γιαγιά έλαβε το ξύλινο κουτί και με φρέσκα σύκα που έγιναν ένας λαπάς. Η κουνιάδα της γιαγιάς, η Αλεξάνδρα, η γυναίκα του εξάδελφου της του Ευθύμιου, έκανε προσπάθεια να δώσει χαρά στη Μαρία, που τόσο λάτρευε αυτό το μαυροθαλασσινό φρούτο.
Η Αλεξάνδρα είχε γυρίσει στο Σότσι αμέσως μετά την απόφαση της κυβέρνησης για την αποκατάσταση των εξόριστων από τη Μαύρη Θάλασσα Ελλήνων. Αυτό έγινε το 1956, και τώρα όλοι οι Σαββουλιδέοι ζούσαν απολαμβάνοντας όλα τα αγαθά που έφερνε η Μαύρη Θάλασσα και οι παραλίες της. Στον κήπο της είχε από όλα τα δέντρα του κόσμου. Από φρούτα, καρύδια, δέντρα λουλουδένια, όλα ήταν σαν στον Παράδεισο: μήλα, αχλάδια, σύκα, δαμάσκηνα, μανταρίνια, μούσμουλα, σταφύλια, ροδάκινα, καϊσια, είχε και μια μπανανιά, αλλά οι μπανανιές δε μεγαλώνανε, έμεναν μικρές. Ο κήπος της έμοιαζε με ζούγκλα. Φοίνικες γύρω – γύρω από τον κήπο, ένα δέντρο μιμόζας, και ένα άλλο από την Ιαπωνία με λουλούδια – μαγκνόλια που είχε δυνατή, τροπική, εξωτική μυρωδιά, μέχρι που έφερνε και πονοκέφαλο. Τα δένδρα αυτά η Αλεξάνδρα δεν τα φύτεψε, δεν είχε χρόνο για τις καλλιέργειες και κηπουρικές δουλειές. Τον κήπο τον βρήκε έτοιμο μαζί με το σπίτι που αγοράσανε όταν επέστρεψαν στο Σότσι από το Καζακστάν και κάθε χρόνο πριν τα Χριστούγεννα έστελνε στη Μαρία, τη γιαγιά της Αντιγόνας, ένα ξύλινο δέμα με το γλυκό μέσα σε πλαστική σακούλα.

Το γλυκό ήταν μια μικρή και αληθινή απόλαυση για τη Μαρία και την τότε μικρή Αντιγόνα. «Αυτά τα φρούτα κάνουν καλό στο στομάχι και στην ψυχή μου ταυτοχρόνως», έλεγε η Μαρία. Πιθανόν ο αέρας της θάλασσας τα έκανε τόσο νόστιμα και γλυκά, μπορεί να ήταν μια ιδέα - αυτά τα σύκα από το Σότσι. Μπορεί να ήταν μια νοσταλγία, να ήταν η «ανάμνηση» του  Πόντου – μιας χώρας που δεν υπήρχε πια, εξαφανίστηκε σαν την Ατλαντίδα, και έμενε μόνο ο μύθος, έμειναν οι γεύσεις και τα τραγούδια.
Τα σύκα θύμιζαν στη Μαρία τον Καύκασο, τον Πόντο που γεννήθηκε.
Αλλά με την Ελλάδα τη συνέδεαν δύο πράγματα: γράμματα από τον αδελφό του άνδρα της, το Γεώργιο, και οι ελιές που καμιά φορά έφερνε ο γιος της από την πρωτεύουσα .

Ο αδελφός του άνδρα της τής έστελνε γράμματα με φωτογραφίες. Τα γράμματα τα πήγαιναν στο θείο Σωκράτη - ήταν ο μοναδικός στη γειτονιά που διάβαζε ελληνικά. Δεν έγραφε τίποτα σπουδαίο ο θείος. Μόνο έλεγε ότι είναι καλά στην υγεία όλοι τους και θα ήθελαν να έρθουν στο Σότσι, να δουν τα μέρη που άφησαν το 1939.
Το άρωμα της Ελλάδας έφερνε και ο πατέρας της Αντιγόνα στο σπίτι όταν κατάφερνε και έβρισκε ελιές και ελαιόλαδο. Αυτά τα προϊόντα πωλούνταν μόνο σε επιλεγμένα μαγαζιά για κομματικά στελέχη, τη νομενκλατούρα.
Μία - μία έτρωγε η γιαγιά τις ελιές. Όλοι άλλοι δεν άγνιζαν καν τις μικρές μαύρες αλατισμένες ελιές. Η γιαγιά Μαρία κατάπινε και ένα – δυο κουκούτσια, λέγοντας ότι και τα κουκούτσια είναι πολύτιμα για την υγεία. Το ελαιόλαδο το είχε σα φάρμακο, μια κουταλιά τσαγιού την ημέρα. Και το λάδι δεν το άγγιζε κανένας. Λίγα πράματα ανήκαν στη γιαγιά που αφοσιώθηκε στην οικογένεια του γιου της, και αυτά τα λίγα τα σέβονταν οι άλλοι: ήταν οι τρεις μικρές απολαύσεις της γιαγιάς: το γλυκό από τα σύκα από το Σότσι , τα γράμματα από την Ελλάδα, και οι ελιές και το ελαιόλαδο που έφερνε ο πατέρας.Oι μυρωδιές μας κάνουν ανθρώπους με μνήμη, έλεγε η γιαγιά και η Αντιγόνα δεν διαφωνούσε ποτέ, γιατί και αυτή σαν τη γιαγιά έδινε μεγάλη σημασία στις μυρωδιές.

Το Καζακστάν όπου μεγάλωσε η Αντιγόνα μέχρι τα δέκα της, έμεινε στη μνήμη της με μυρωδιές. Ήταν το άρωμα του μακρόστενου πεπονιού, του σταφυλιού χωρίς κουκούτσι - «κισμίς» - η μυρωδιά του «μαντί». Το μαντί ήταν ένα μεγάλο μαγειρεμένο στον ατμό φύλλο ζυμαρικού γεμισμένο με ψιλοκομμένο αρνίσιο κρέας και μπόλικο κρεμμύδι, με πολλά μπαχαρικά και κόκκινο τριμμένο πιπέρι. Με δέκα καπίκια αγόραζε η γιαγιά, για την Αντιγόνα, ένα μαντί στα παζάρι, από μια χαριτωμένη ουζμπέκα με λερωμένη ποδιά.


Η γιαγιά είχε λίγες χαρές και η Αντιγόνα την λυπόταν αλλά δεν το έδειχνε. Μετά από πολλά χρόνια έγραψε για τη γιαγιά ένα ποίημα αλλά δεν το διάβασε σε κανέναν.

Το ποίημα της Αντιγόνα

«Μάμα»

Τη γιαγιά μου
Την έλεγα «μάμα»
Ο πατέρας μου, όταν
Άκουγε το «μάμα»,
 χαιρόταν πολύ.
Αυτό το «μάμα» ήταν 
Βάλσαμο στην καρδιά του
Ήταν η αμοιβή για τη θυσία
στην οικογένεια του γιού της
Ήταν η πληρωμή για την αγάπη
Που έδωσε σ’ εμάς -
τα εγγόνια της.
Η γιαγιά
Δεν ήξερε να ζήσει εκτός της οικογένειας
του γιου της
που ακόμα και τη νύφη,
τη  διάλεξε αυτή:
όταν του είπε «παρ’ την, είναι καλό κορίτσι!»

Ήμουν μικρή ακόμη,
Θυμάμαι
Κάθε Σάββατο η μάμα,  όταν έκανε μπάνιο
Με φώναζε
Για να έρθω μέσα και
να την τρίψω την πλάτη.
Ήξερα, πως της αρέσει πολύ
όταν εγώ  τρίβω την πλάτη της.
Η μάμα
Καθόταν στην μπανιέρα μισόγυμνη
μέσα στο νερό που την σκέπαζε μέχρι και τα στήθη της
Το δέρμα της ήταν  σιταρένιο και τα στήθη της πολύ άσπρα

Ήταν μόνο σαράντα πέντε χρονών,
Αλλά  σαν γριά με μαύρα ντυμένη.
Η γιαγιά ήταν όμορφη
Δεν το λέω εγώ
όλος ο κόσμος το ήξερε.
«Αριστοκράτισσα» την φώναζαν
«Η Μαρία - η Αριστοκράτισσα».

Ενώ της έτριβα την πλάτη
Μου   παραπονιόταν για τη ζωή της
την ώρα αυτή
Για τη ζωή της και για το ότι
Γέρασε και δεν μπορεί
Πια όπως παλιά να τρίψει
την πλάτη της
Μόνη της.

Την έτριβα την πλάτη της
Της χάιδευα την πλάτη της
Το βελούδινο άσπρο δέρμα της
Ήμουν μικρή ακόμα
όμως θυμάμαι καλά, πως
τη λυπόμουνα
όχι, που πέρασε εξορίες και πίνες στη Σιβηρία
Και έχασε τα  παιδιά της,
Ευτυχώς από τα πέντε, μόνο τα δύο
Γιατί οι άλλοι τους χάσανε όλους...
Την λυπόμουνα περισσότερο
γιατί από τα 24 της χρόνια-
τότε σκότωσαν τον άνδρα της στις σταλινικές φυλακές-
Κανένας
Άνδρας δεν άγγιξε την πλάτη της,
Δεν κράτησε τα  χέρια της,
Δεν την αγκάλιασε
Δεν την αγάπησε…

Τη λυπόμουνα
Τη φώναζα
«Μάμα»

Οι γάτες της Zήνας

  Η Ζήνα και οι γάτες της - Εκτός που τον βρήκα αγκαλιά με την οικιακή μας βοηθό, αργότερα μαθαίνω, ότι έχει σχέση εδώ και πέντε μήνες ...